ΕΛ/ΛΑΚ | creativecommons.gr | mycontent.ellak.gr |
freedom

Τί έχουμε να μάθουμε από την απεργία των συγγραφέων του Χόλιγουντ για την τεχνητή νοημοσύνη και το μέλλον της εργασίας

Πριν λίγες μέρες έληξε η πολύμηνη απεργία των συγγραφέων, σεναριογράφων και συντελεστών της αμερικανικής βιομηχανίας παραγωγής τηλεοπτικών σειρών.

Οι συγγραφείς διαμαρτύρονταν για τις σαφείς επιπτώσεις που είχε η επικράτηση του streaming και από μια άλλη άποψη του binge-watching στο σχεδιασμό των προγραμμάτων και το συνολικό χρόνο απασχόλησης των εργαζομένων, που έκανε ορισμένους εξ αυτών να μην μπορούν να βιοποριστούν από την ενασχόληση με τον χώρο, πράγμα που δεν ίσχυε στην εποχή των αμιγώς “τηλεοπτικών” προγραμμάτων. Η εισαγωγή του streaming κατέστησε λοιπόν το επάγγελμα κατάλληλο μόνο για όσους δεν έχουν άμεσες βιοποριστικές ανάγκες, όταν το ίδιο επάγγελμα προηγουμένως εξασφάλιζε βιώσιμο εισόδημα.

Και μάλιστα ενώ η αρχική αφορμή για την απεργία ήταν ήδη “τεχνολογικής” προέλευσης, εν μέσω της απεργίας συνέπεσε η διάθεση του ChatGPT με αποτέλεσμα τα αιτήματα των εργαζομένων σχετικά με να ενταχθούν στις διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο της ίδιας απεργίας.

Μπορεί να φαντάζει παράξενη η ιδέα της απεργίας ενός “δημιουργικού” επαγγέλματος σε ένα επίκεντρο της πολιτισμικής και οικονομικής παραγωγής των ΗΠΑ. Η δυσαρέσκεια όμως των εργαζόμενων στην βιομηχανία του θεάματος δεν είναι το πρώτο, ούτε το μόνο σύμπτωμα ιστορικής οπισθοδρόμησης ως αποτέλεσμα της τεχνολογίας στο πεδίο των εργατικών διεκδικήσεων.

Τα τελευταία χρόνια η Amazon βρέθηκε στο στόχαστρο της κριτικής για τις άθλιες συνθήκες εργασίας στις γιγαντιαίες αποθήκες της, και την τελειοποίηση της ψηφιακής επιτήρησης των εργαζομένων. Οι συνθήκες αυτές οδήγησαν σε ένα νέο συνδικαλιστικό κίνημα, στο οποίο η Amazon απάντησε με τη σειρά της με μια σειρά από καθιερωμένες βιομηχανικές πρακτικές υπονόμευσης του συνδικαλισμού των εργαζομένων της. Μετά από έναν αιώνα τεχνολογίας παρατηρούμε την αναβίωση της ατμόσφαιρας της πρώιμης βιομηχανικής επανάστασης, που προηγήθηκε οποιασδήποτε έννοιας εργατικού δικαίου.

Αναπόφευκτα αναδεικνύεται το ερώτημα, γιατί οι νέες τεχνολογίες δεν μας οδηγούν αυτομάτως σε μια ουτοπία βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου και της ζωής όλων μας, ενώ παρά τις βεβαιώσεις δεκαετιών για την αντικατάσταση της εργασίας από τις μηχανές, υπάρχει ακόμα η σαφής ανάγκη για αυστηρά επιτηρούμενη, χειρωνακτική, ανθρώπινη εργασία. Ορισμένοι ιστορικοί της τεχνολογίας εστιάζουν στο γεγονός ότι κάθε τεχνολογική καινοτομία εντάσσεται στην ιστορική διαπραγμάτευση ανάμεσα στο σχεδιασμό και την παραγωγή. Και την ραγδαία μετάβαση σε αυτό την έφερε το κίνημα του τεϊλορισμού στην διοίκηση επιχειρήσεων, με την “επιστημονική οργάνωση της εργασίας”.

Η τεχνητή νοημοσύνη κατ’ αρχήν προσφέρεται για μια ανάλυση που εστιάζει στην διαπραγμάτευση ανάμεσα στον σχεδιαστή και τον εκτελεστή μιας παραγωγικής διαδικασίας. Ήδη άλλωστε η τεχνητή νοημοσύνη έχει πραγματικές επιπτώσεις στη ζωή και την εργασία του ανθρώπου, και μάλιστα πριν από την εμφάνιση των μεγάλων γλωσσικών μοντέλων.

Τα νευρωνικά δίκτυα είναι φτιαγμένα για να διυλίζουν τη γνώση και να την “αφαιρούν” από τα άμεσα συμφραζόμενά τους, συγκροτώντας όπως έχουμε δει αυτές τις τόσο κεντρικές για τη λειτουργία τους “αφηρημένες αναπαραστάσεις”. Έχουμε εξηγήσει σε προηγούμενο άρθρο πως ο αυτοκωδικοποιητής, ένα νευρωνικό δίκτυο που έχει αποστολή να αναπαράγει τα δεδομένα εισόδου του, αναγκάζεται να τα συμπιέσει σε ένα περιορισμένων διαστάσεων “κρυφό επίπεδο”. Διυλίζει έτσι τις βαθύτερες σχέσεις που εμφανίζονται με κάποια στατιστική κανονικότητα στα δεδομένα, και όπως λέγεται συγκροτεί “αφηρημένες αναπαραστάσεις” όποιας συστηματικότητας περιέχεται στα δεδομένα εισόδου.

Αναφέραμε ακόμα ότι τα μεγάλα γλωσσικά μοντέλα αφαιρούν τη γνώση από τη δημόσια σφαίρα και την φέρνουν, κωδικοποιημένη όπως είδαμε μέσα στις εσωτερικές αναπαραστάσεις των ιδιωτικών νευρωνικών δικτύων. Είναι έτσι διαφορετικό όταν διαβάζουμε την περίληψη ενός έργου πχ του Shakespeare, που βρίσκεται στη δημόσια σφαίρα, και διαφορετικό όταν τη ζητάμε από ένα γλωσσικό μοντέλο. Στην πρώτη περίπτωση διαβάζουμε ένα έργο που διατίθεται στη δημόσια σφαίρα, ή ένα άρθρο ή πολυμέσο που διατίθεται από την Wikipedia με μια συγκεκριμένη άδεια επανάχρησης. Στη δεύτερη περίπτωση ζητάμε από ένα προεκπαιδευμένο νευρωνικό δίκτυο να αναπαράγει αυτές τις πληροφορίες και να προβεί σε σύνθεσή τους. Αν αυτή η τεχνολογική επανάσταση οδηγήσει στην πλήρη επικράτηση των γλωσσικών μοντέλων ως κυρίαρχων τρόπων ανάκτησης και σύνθεσης της ανθρώπινης γνώσης, τότε η πληροφορία θα έχει, εκ του αποτελέσματος, περάσει από τη δημόσια σφαίρα στην ιδιωτική ιδιοκτησία, έστω διυλισμένη μέσα στις κατανεμημένες αναπαραστάσεις του δικτύου.

Είναι εύκολο να πούμε ότι όλο αυτό το επιχείρημα είναι άσκοπος ρομαντισμός, και σε τελική ανάλυση τα έργα του Shakespeare και του Thoreau θα είναι πάντα στη δημόσια σφαίρα και συνιστά επιλογή του καταναλωτή αν θα τα προσπελάσει από το Project Gutenberg ή θα ζητήσει τις περιλήψεις τους από το ChatGPT.

Η μάχη για την μονοπωλιακή κυριαρχία στο νέο τοπίο της τεχνητής νοημοσύνης, και η μαζική στροφή των κρατών στην ανάπτυξη δικών τους λύσεων ίσως υπογραμμίζει ότι το θέμα δεν εξαντλείται εκεί. Η αφαίρεση της γνώσης από τη δημόσια σφαίρα και η κωδικοποίησή της σε μια διεπαφή που ελέγχεται από τη ιδιωτική εταιρεία δεν αφορά μόνο τον Tom Sawyer και τα πρώιμα τεύχη του Popular Mechanics και του Whole Earth Index. Πρέπει να σκεφτούμε ότι αν μία, μόνη, ιδιωτική εταιρία κατέχει αυτήν την τεχνολογία, τότε ένα κράτος θα πρέπει είτε να την χρησιμοποιήσει είτε να μείνει πίσω σε σχέση με άλλα κράτη που την χρησιμοποιούν. Αλλά για να το κάνει θα πρέπει να διαθέσει και να αποθηκεύσει τα δεδομένα των πολιτών του, των στρατηγικών του, των οικονομικών του, στον “υπολογιστή κάποιου άλλου ανθρώπου”, που κατ’ ευφημισμόν ονομάζουμε “cloud”.

Η ανθρώπινη ευφυία βλέπουμε λοιπόν ότι “αφαιρείται” και “απομακρύνεται από τον άνθρωπο, αφού ο κάτοχος τους νευρωνικού δικτύου μπορεί να αποθηκεύει—έστω αποσπασματικά—την ανθρώπινη “κρίση”, και να τη συνθέτει σε μία μεγάλη εικόνα που εμπεριέχει πολύ μεγαλύτερη αξία, και είναι αυτή ακριβώς, αποθηκευμένα στα βάρη ενός προεκπαιδευμένου μοντέλου, που χαρακτηρίζει το “ιδιοκτησιακό καθεστώς του” πάνω στη γνώση. Για αρκετά χρόνια αυτή η επισημείωση γινόταν από κακοπληρωμένους εργάτες σε πλατφόρμες όπως η Amazon Mechanical Turk, που διαφημίζει έναν “μικρό άνθρωπο” μέσα στη μηχανή, που μπορεί να επιφέρει …θαυμαστά αποτελέσματα.

Μπορεί ακόμα να αποτελεί ένα όχημα ευτελισμού και αφαίρεσης του νοήματος από την εργασία των πενιχρά αμοιβόμενων επισημειωτών, και αυτό μάλιστα συνέβαινε ήδη την εποχή του—εύστοχα ονομασμένου—ΜTurk. Η ονομασία προέρχεται από ένα μηχάνημα που επιδεικνύονταν σε διάφορες εκθέσεις και εκδηλώσεις τη δεκαετία του 1820, και έπαιζε πολύ καλό σκάκι. Στην πραγματικότητα είχε έναν ανθρώπινο χειριστή, τόσο καλά κρυμμένο πίσω από περίπλοκους συνδυασμούς γραναζιών και άλλων μηχανισμών, ώστε πολλοί διανοούμενοι της εποχής κονταροχτυπιόντουσαν στις επιστολές τους στα επιστημονικά περιοδικά της εποχής για το πως ακριβώς λειτουργεί, και αν συνιστά “πραγματική μηχανή”. Ανάμεσά τους και ο Έντγκαρ Πο, θιασώτης των επιστημών και της λογικής, που έφτασε δια της εις άτοπον απαγωγής στο συμπέρασμα πως η μηχανή δεν μπορεί παρά να ελέγχεται από κάποιον καλά κρυμμένο μικρόσωμο άνθρωπο, αν και η λογική του στηρίχτηκε αρκετά σε μία παραδοχή που σήμερα φαντάζει παράξενη: Την ιδέα ότι οι “πραγματικές μηχανές” επιδεικνύουν απόλυτα ντετερμινιστική συμπεριφορά, για παράδειγμα αναπαράγουν πάντα το ίδιο αποτέλεσμα για τα ίδια ερεθίσματα (πράγμα που δεν ισχύει για “στοχαστικές” μηχανές, όπως είναι και τα μεγάλα γλωσσικά μοντέλα, αλλά και άλλα εργαλεία ΤΝ, όπως πχ οι γενετικοί αλγόριθμοι).

Βλέπουμε λοιπόν και εδώ μια νύξη της αναγκαιότητας της ανθρωποπροσπάθειας, πέρα από την διασφάλιση της ποιότητας: Οι μηχανές δεν χρησιμοποιούν το όποιο εισόδημά τους για να αγοράσουν premium εκδόσεις των εφαρμογών στο i-Phone ή το Google Pixel τους. Αν επιπλέον οι εφαρμογές και τα βιντεοπαιχνίδια “περιέχουν” τεχνητή νοημοσύνη, τότε έχουμε έναν παράξενο “κύκλο ζωής” της ανθρώπινης γνώσης. Στο πλαίσιο μιας τεχνολογίας που αποκτά τη δύναμή της μόνο σε μεγάλη κλίμακα, η αξία μιας μεμονωμένης κρίσης από έναν ανθρώπινο επισημειωτή μετράται στα λεπτά του ευρώ, αλλά το τελικό προϊόν στατιστικής επαγωγής που συνθέτει τις επιμέρους δοκιμές αξίζει δισεκατομμύρια δολάρια. Βλέπουμε λοιπόν ότι η διάκριση ανάμεσα στον επιστημονικό σχεδιασμό και την παραγωγική εργασία βρίσκει ακόμα εφαρμογή, ακόμα και στις πλέον σύγχρονες μορφές της ανάπτυξης ευφυών τεχνολογικών συστημάτων.

Έχουμε όμως φύγει προς τουλάχιστον δύο κατευθύνσεις από αυτήν την εποχή της αλλοτρίωσης των “μικροεργασιών”. Η μία από αυτές τις κατευθύνσεις είναι η δεοντολογικοποίηση της αμοιβής των εργαζόμενων “ανθρώπων μέσα στη διαδικασία” πχ η Prolific Academic διασφαλίζει τα προσωπικά δεδομένα και την δίκαιη διαμόρφωση των αμοιβών των συμμετεχόντων, έτσι ώστε ένα άτομο που δαπανά πχ 40 ώρες την εβδομάδα να μην είναι σοβαρά υποτιμημένο με ένα άτομο που εργάζεται με τον κατώτατο μισθό. Και η άλλη κατεύθυνση είναι η άνοδος των μεγάλων γλωσσικών μοντέλων, με τις αναβαθμισμένες δυνατότητες των οποίων έχουμε φτάσει σε σημείο που μιλάμε σοβαρά για την τεχνητή ευφυΐα και τις συνέπειες της. Είναι ίσως και “βολική” η φιλολογία περί “υπαρξιακού κινδύνου της ανθρωπότητας” και singularity, όταν έχουμε πλέον ήδη απεργίες που έχουν ενσωματώσει αιτήματα που αφορούν την τεχνητή νοημοσύνη.

Οι σεναριογράφοι πέτυχαν μάλιστα το να περιλαμβάνει η προκαταρκτική συμφωνία, που υπέγραψαν με τις εταιρείες παραγωγής, συγκεκριμένους όρους για τη ρύθμιση της τεχνητής νοημοσύνης.

Οι όροι αυτοί είναι

  1. Οι εργαζόμενοι επιτρέπεται να χρησιμοποιούν εργαλεία παραγωγής λόγου (generative AI, πχ το Chat GPT) ως εργαλείο υποβοήθησης και εμπλουτισμού της δουλειάς τους.
  2. Οι εργαζόμενοι που χρησιμοποιούν ΤΝ θα πρέπει να ακολουθούν σε κάθε περίπτωση την πολιτική ποιότητας περιεχομένου της εταιρείας.
  3. Η εργοδοσία δεν μπορεί να επιβάλλει τη χρήση ΤΝ στους εργαζόμενους.
  4. Το περιεχόμενο που παράγουν οι εργαζόμενοι δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την εκπαίδευση μοντέλων τεχνητής νοημοσύνης από την εταιρεία.

Ιστορικά, η αυτοματοποίηση της βιομηχανικής παραγωγής απετέλεσε στρατηγική αναγκαιότητα του επιστημονικού σχεδιασμού της παραγωγής απέναντι στην άτυπη τεχνογνωσία των πρώτων βιομηχανικών εργατών. Στη σημερινή συγκυρία βλέπουμε ακριβώς αυτό: ότι οποιαδήποτε ψηφιακά αποτυπωμένη γνώση μπορεί να διευκολύνει την εκπαίδευση μηχανών για την υποκατάσταση της “γνήσια ανθρώπινης” νοητικής διεργασίας που την παρήγαγε. Έτσι ενώ στη βιομηχανική εποχή ήταν οι εργάτες όπως πχ της μεταλλουργίας που πρώτοι βίωναν τις συνέπειες της εισαγωγής συστημάτων αυτομάτου ελέγχου στην εργασία τους, τώρα είναι τα πεδία της παραγωγής κειμενικού λόγου, γραπτής επικοινωνίας, και διαλόγου που είναι στην πρώτη “φουρνιά” αυτών που δέχονται τις επιπτώσεις της νέας λογοπαραγωγικής τεχνολογίας.

Δεν είναι λοιπόν παράξενο στην high-tech, low-life τεχνο-ουτοπία που ήδη βιώνουμε, τα πλέον white-collar επαγγέλματα να κατεβαίνουν σε απεργίες!

Leave a Comment