Καθώς η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ετοιμάζεται να παρουσιάσει την πρότασή της για την Πράξη για τα Ψηφιακά Δίκτυα (Digital Networks Act – DNA), περισσότερες από 80 οργανώσεις από την κοινωνία των πολιτών, τον δημιουργικό τομέα, ενώσεις καταναλωτών, παρόχους διαδικτύου και άλλους φορείς ενώθηκαν σε ένα κοινό κάλεσμα: να προστατευτεί η ουδετερότητα του διαδικτύου και να απορριφθούν οι επικίνδυνες προτάσεις των μεγάλων τηλεπικοινωνιακών εταιρειών.
Στην καρδιά αυτής της αντιπαράθεσης βρίσκεται μια ιδέα που επανεμφανίζεται σταθερά από το 2022 και μετά: η λεγόμενη πρόταση “fair share” – μια προσπάθεια των μεγάλων παρόχων τηλεπικοινωνιών να επιβάλουν τέλη χρήσης δικτύου σε εταιρείες περιεχομένου και εφαρμογών (CAPs), όπως πλατφόρμες ροής, κοινωνικά δίκτυα, υπηρεσίες cloud και παιχνίδια. Με άλλα λόγια, οι πάροχοι θέλουν οι εταιρείες που δημιουργούν μεγάλο διαδικτυακό “traffic” να πληρώνουν για τη χρήση των υποδομών τους.
Τι σημαίνει η “δίκαιη συνεισφορά”;
Οι υποστηρικτές της πρότασης, όπως η Telefónica, η Deutsche Telekom και άλλοι τηλεπικοινωνιακοί γίγαντες, ισχυρίζονται ότι η ραγδαία αύξηση της κίνησης στο διαδίκτυο από τις μεγάλες ψηφιακές πλατφόρμες θέτει υπερβολικό βάρος στα δίκτυά τους. Προτείνουν, συνεπώς, να καθιερωθεί ένα υποχρεωτικό καθεστώς διαμεσολάβησης ή επίλυσης διαφορών, που στην πράξη θα μπορούσε να οδηγήσει στην επιβολή υποχρεωτικών πληρωμών από τις εταιρείες περιεχομένου προς τους τηλεπικοινωνιακούς παρόχους.
Όμως, σύμφωνα με τις περισσότερες ανεξάρτητες αξιολογήσεις, δεν υπάρχει τεκμηριωμένη έρευνα αγοράς που να δικαιολογεί τέτοιου είδους παρεμβάσεις. Η ίδια η BEREC – το σώμα των Ευρωπαίων Ρυθμιστικών Αρχών Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών – έχει ξεκαθαρίσει ότι η αγορά της διασύνδεσης στο διαδίκτυο λειτουργεί ομαλά και ότι δεν υπάρχει συστημική συμφόρηση ή κατάχρηση που να απαιτεί ρύθμιση.

Η κοινή επιστολή των 80+ οργανώσεων: ένα ηχηρό “Όχι”
Στις 9 Ιουλίου 2025, μια ευρεία συμμαχία οργανισμών, ανάμεσά τους η Electronic Frontier Foundation (EFF), το BEUC (ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Καταναλωτών), η EDRi, η Internet Society, και ενώσεις από το χώρο του θεάματος και της πολιτιστικής δημιουργίας, εξέδωσαν κοινή δήλωση καλώντας τους Ευρωπαίους νομοθέτες να απορρίψουν την πρόταση εισαγωγής μηχανισμών διαπραγμάτευσης ή επίλυσης διαφορών που οδηγούν σε τέλη δικτύου.
Σύμφωνα με την επιστολή:
«Η εισαγωγή τέτοιων μηχανισμών θέτει άμεσο κίνδυνο στην ουδετερότητα του διαδικτύου, με σοβαρές επιπτώσεις στους Ευρωπαίους καταναλωτές, τις μικρές επιχειρήσεις, τα ψηφιακά δικαιώματα, και τη βιωσιμότητα του πολιτιστικού και δημιουργικού τομέα.»
Η επιβολή τελών δικτύου στους παρόχους περιεχομένου, αναφέρουν, θα έχει τις εξής συνέπειες:
- Αύξηση του κόστους συνδρομών και υπηρεσιών για τους χρήστες.
- Περιορισμό της καινοτομίας, ιδιαίτερα για νεοφυείς επιχειρήσεις (startups) και ΜΜΕ.
- Κατάργηση της ίσης πρόσβασης στο διαδίκτυο, με τους “ισχυρούς” να αποκτούν πλεονέκτημα.
- Ενίσχυση της μονοπωλιακής ισχύος των μεγάλων παρόχων.
Η επιστροφή σε παρωχημένα μοντέλα
Η επιστολή τονίζει ότι η πρόταση των τηλεπικοινωνιακών παρόχων ουσιαστικά προσπαθεί να αναβιώσει ένα μοντέλο “χρήστη-που -πληρώνει-για-χρήση”, παρόμοιο με εκείνο των παραδοσιακών τηλεφωνικών συστημάτων, που είχε εγκαταλειφθεί ακριβώς λόγω της αποτυχίας του να προάγει ανταγωνισμό και καινοτομία.
Σήμερα, η ανταλλαγή κίνησης (traffic exchange) γίνεται σε ένα αποκεντρωμένο και συνεργατικό περιβάλλον, όπου οι πάροχοι και οι εταιρείες περιεχομένου διαπραγματεύονται αμοιβαία συμφωνίες διασύνδεσης. Οι αλλαγές που προτείνονται θα σπάσουν αυτό το ισοζύγιο.
Η δύναμη των μικρών φωνών
Πολλές από τις υπογραφές στην επιστολή ανήκουν σε μικρούς παρόχους διαδικτύου (ISPs), οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, ενώσεις δημιουργών και επιχειρήσεις από όλη την Ευρώπη. Η συμμετοχή τους δείχνει ότι δεν πρόκειται για μια σύγκρουση “τεχνολογικών κολοσσών” μεταξύ τους, αλλά για μια συστημική απειλή προς όλη την ευρωπαϊκή ψηφιακή οικοδόμηση.
Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά:
«Τέτοια μέτρα θα οδηγήσουν στην αύξηση των φραγμών εισόδου για τις ευρωπαϊκές ΜΜΕ και νεοφυείς επιχειρήσεις, ενισχύοντας περαιτέρω τη δύναμη λίγων παρόχων που εκμεταλλεύονται το μονοπώλιο τερματισμού.»
Η θέση της Επιτροπής και το επόμενο βήμα
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, μέσα από διαβουλεύσεις και την Λευκή Βίβλο του 2024, φαίνεται να εξετάζει τρόπους “συμβιβασμού” μεταξύ των διαφωνιών, εξετάζοντας ακόμα και μηχανισμούς υποχρεωτικής διαιτησίας. Όμως, το επιχείρημα περί «ανάγκης για χρηματοδότηση των υποδομών» αποδομείται εύκολα: οι εταιρείες CAPs επενδύουν ήδη δισεκατομμύρια σε δίκτυα διανομής περιεχομένου, τεχνολογίες caching και περιφερειακά data centers που μειώνουν τη συνολική επιβάρυνση των δικτύων.
Η BEREC, σε σχετική της έκθεση (Ιανουάριος 2025), καταλήγει ότι η διασύνδεση στην Ευρώπη λειτουργεί αποτελεσματικά, και ότι δεν παρατηρούνται προβλήματα συμφόρησης ή έλλειψη διαφάνειας που να δικαιολογούν την παρέμβαση.
Η Ευρώπη στο σταυροδρόμι
Η υπό διαμόρφωση Πράξη για τα Ψηφιακά Δίκτυα αποτελεί κρίσιμη ευκαιρία αλλά και κίνδυνο. Η Ευρώπη καλείται είτε να συνεχίσει να αποτελεί παράδειγμα ανοιχτού και ελεύθερου διαδικτύου, είτε να υποκύψει στις πιέσεις για θεσμοθέτηση ενός “φόρου διαδικτυακής κυκλοφορίας”, που θα μεταφέρει το κόστος στον χρήστη και θα διαστρεβλώσει τον ανταγωνισμό.
Όπως σημειώνουν οι οργανώσεις στο τέλος της επιστολής:
«Η Ευρώπη ηγείται χάρη στις θεμελιώδεις αξίες της. Οι αποφάσεις που θα ληφθούν τώρα θα καθορίσουν αν οι αρχές της ανοιχτής πρόσβασης, της καινοτομίας και του ανταγωνισμού θα συνεχίσουν να ισχύουν ή θα αντικατασταθούν από ρυθμίσεις που εξυπηρετούν συμφέροντα λίγων.»
Επίλογος: Η ώρα της ευθύνης
Το κάλεσμα των οργανώσεων είναι ξεκάθαρο, τεκμηριωμένο και ευρύ. Δεν αποτελεί απλώς έκφραση αντίρρησης, αλλά προστασία ενός θεμελιώδους χαρακτηριστικού του διαδικτύου όπως το ξέρουμε. Σε μια εποχή που η ψηφιακή ζωή αφορά κάθε πολίτη, κάθε δημιουργό, κάθε επιχείρηση, η ουδετερότητα του διαδικτύου είναι δημοκρατικό και οικονομικό ζήτημα πρώτης γραμμής.
Οι Ευρωπαίοι πολίτες, οργανώσεις και επιχειρήσεις περιμένουν από την Επιτροπή και τους νομοθέτες να πράξουν το αυτονόητο: να πουν “όχι” στα τέλη δικτύου και “ναι” σε ένα ανοιχτό, ισότιμο και ελεύθερο διαδίκτυο για όλους.
Διαβάστε την πλήρη επιστολή εδώ
Πηγή άρθρου: https://www.eff.org/